Μια άνευ προηγουμένου προσπάθεια με όλα τα εργαλεία του τραπεζικού μάρκετινγκ έκαναν το 2010, μέσα στην κρίση, οι ελληνικές τράπεζες, με ένα και μόνο στόχο: την… καρδιά του αποταμιευτή. Κι όμως, κάνοντας… ταμείο για το 2010, η Τράπεζα της Ελλάδος διαπιστώνει μια εκροή καταθέσεων προθεσμίας ύψους 16,4 δις. ευρώ, με τους ρυθμούς μείωσης να επιταχύνονται δραματικά από το γ’ τρίμηνο του έτους και μετά, για να φθάσουν τον Δεκέμβριο στο 11,4% σε ετήσια βάση. Τι κρύβει αυτό το «κραχ» των προθεσμιακών καταθέσεων;
Οι τραπεζίτες έχουν επινοήσει εσχάτως μια βολική και καθησυχαστική θεωρία για να εξηγήσουν αυτή την «ψήφο δυσπιστίας» των αποταμιευτών: οι Έλληνες αντιμετωπίζουν μια πρωτοφανή κρίση και τρώνε από τα έτοιμα, λένε. Δυστυχώς, αν και η εξήγηση αυτή είναι βολική και ίσως εξηγεί τη συμπεριφορά ορισμένων αποταμιευτών, δεν αρκεί για να ερμηνευθεί αυτό το «κραχ» στα τραπεζικά γκισέ. Άλλωστε, αν πράγματι οι καταθέσεις προθεσμίας «έσπαγαν» για να κατευθυνθούν στην κατανάλωση, η Ελληνική Στατιστική Αρχή δεν θα κατέγραφε χθες μείωση του ΑΕΠ κατά ποσοστό ρεκόρ (-6,6%) το τελευταίο τρίμηνο του 2010, κυρίως εξαιτίας της καθίζησης της καταναλωτικής δαπάνης.
Ένας βασικός παράγοντας για την εκροή-μαμούθ αποταμιευτικών κεφαλαίων από το τραπεζικό σύστημα το 2010 ήταν, αναμφίβολα, η ανασφάλεια των καταθετών, που τροφοδοτήθηκε στο έπακρο από τα σενάρια επικείμενης χρεοκοπίας της χώρας (για «αυξημένη αβεβαιότητα των αποταμιευτών» κάνει λόγο η ΤτΕ στην έκθεση του Διοικητή, που δημοσιοποιήθηκε χθες).
Συμμαχία… απροθύμων
Όμως, όσο και αν αυτό φαίνεται περίεργο, η κυριότερη αιτία μείωσης των προθεσμιακών καταθέσεων φαίνεται πως είναι η απροθυμία των τραπεζιτών να αποζημιώσουν κατάλληλα τους καταθέτες για να τις προσελκύσουν! Όπως φαίνεται, η προσπάθεια προσέλκυσης αποταμιευτών εστιάστηκε το 2010 από τις τράπεζες περισσότερο στο διαφημιστικό πεδίο, αλλά στην πραγματικότητα οι αποταμιευτές δεν είδαν τις αποδόσεις τους να συμβαδίζουν με τις ανάγκες μιας εποχής αυξημένης αβεβαιότητας και ισχυρών πληθωριστικών πιέσεων, που υπό κανονικές συνθήκες θα έπρεπε να οδηγούσαν σε κατακόρυφη αύξηση της απόδοσης των καταθέσεων.
Όπως φαίνεται από τα στοιχεία της έκθεσης της ΤτΕ, το μέσο επιτόκιο καταθέσεων προθεσμίας στην Ελλάδα έγινε πραγματικά ελκυστικό στα τέλη του 2008, όταν εν μέσω αβεβαιότητας, μετά την κατάρρευση της Lehmanκαι πριν έλθουν τα «πακέτα» του Δημοσίου, οι τράπεζες υποχρεώθηκαν να αυξήσουν το επιτόκιο των προθεσμιακών καταθέσεων κοντά στο 5,5%, ποσοστό πολύ υψηλότερο και από τον πληθωρισμό της εποχής και, άρα, άκρως ελκυστικό για τους αποταμιευτές.
Σε όλη τη διάρκεια του 2009, οι τράπεζες «γκρέμιζαν» το επιτόκιο των προθεσμιακών καταθέσεων, που υποχώρησε στο τέλος του έτους κοντά στο 2%, με μια «βουτιά» άνω των τριών ποσοστιαίων μονάδων, σε σχέση με τα τέλη του 2008. Θα περίμενε κανείς, ότι το 2010 τα πράγματα θα άλλαζαν, με τον κίνδυνο χρεοκοπίας της χώρας να βρίσκεται καθημερινά στην ημερήσια διάταξη της ειδησεογραφίας και με τις τράπεζες να αντιμετωπίζουν εντονότατες πιέσεις ρευστότητας, λόγω της μείωσης της αξίας των καλυμμάτων δανεισμού από την ΕΚΤ και του σταθερού αποκλεισμού τους από τη διατραπεζική.
«Καβούρια» στις αποδόσεις…
Κι όμως, η αυξητική «διόρθωση» στα επιτόκια των προθεσμιακών καταθέσεων ήταν πολύ μικρότερη από όσο θα περίμενε εύλογα κανείς: ακολουθώντας ανοδική πορεία περίπου μέχρι το τέλος του α’ εξαμήνου, σταθεροποιήθηκαν τελικά, κατά μέσο όρο, περίπου στο 3,8%. Δηλαδή, πριν τεθεί ζήτημα χρεοκοπίας της χώρας και πριν βυθισθεί η οικονομία στην ύφεση (τέλη του 2008), οι τράπεζες πρόσφεραν στους αποταμιευτές σχεδόν 2% υψηλότερα επιτόκια, συγκριτικά με το 2010, παρότι με την κοινή λογική θα έπρεπε να ανεβάσουν κατακόρυφα την «αποζημίωση» των καταθετών για να τους προσελκύσουν.
Καθώς την ίδια περίοδο καταγράφηκε τεράστια άνοδος του πληθωρισμού, οι «ελκυστικές» αποδόσεις των καταθέσεων προθεσμίας αποδείχθηκε ότι δεν έφθαναν ούτε για την κάλυψη αυτής της «διάβρωσης»: «τα μέσα πραγματικά επιτόκια καταθέσεων παρέμειναν σε αρνητικό επίπεδο καθ’ όλη τη διάρκεια του 2010 (…) Σε μέσα επίπεδα, το πραγματικό επιτόκιο των προθεσμιακών καταθέσεων με διάρκεια έως ένα έτος μειώθηκε σε -1,44% (2009: 1,52%)», αναφέρει η ΤτΕ στην έκθεση του Διοικητή. Θετική, λοιπόν, το 2009 η πραγματική απόδοση των προθεσμιακών (+1,52%), βαθιά αρνητική το 2010 (-1,44%).
Αξίζει να σημειωθεί, ότι οι τράπεζες δεν έχασαν τυχαία το παιχνίδι του ανταγωνισμού για την προσέλκυση αποταμιευτών από τις κυπριακές τράπεζες το 2010: όπως αναφέρεται σε σχετικό πίνακα της έκθεσης της ΤτΕ, το μέσο επιτόκιο προθεσμιακής κατάθεσης στην Κύπρο το 2010 ήταν 3,98%, ενώ στην Ελλάδα ήταν μόλις 3,68%.
Κρατικές εγγυήσεις και… επανάπαυση
Φαίνεται, λοιπόν, ότι και αυτό το οικονομικό φαινόμενο, το «κραχ» των προθεσμιακών καταθέσεων στην Ελλάδα, μπορεί να εξηγηθεί με πολύ απλό τρόπο: σε μεγάλο βαθμό, η «αιμορραγία» μπορεί να αποδοθεί στο γεγονός, ότι οι ελληνικές τράπεζες δεν θέλησαν να αποζημιώσουν επαρκώς τους καταθέτες για να τους προσελκύσουν. «Λεφτά υπάρχουν» στις τάξεις των Ελλήνων αποταμιευτών, παρά την κρίση και την ύφεση, αλλά αυτοί προτίμησαν εναλλακτικές τοποθετήσεις, στην Ελλάδα, αλλά και στο εξωτερικό, κυρίως στη γειτονική Κύπρο, καθώς δεν θεώρησαν αρκετά ελκυστικές τις αποδόσεις των ελληνικών τραπεζών.
Πώς εξηγείται όμως το παράδοξο, να «καίγονται» για ρευστότητα οι τράπεζες, αλλά να επιτρέπουν τη φυγή καταθέσεων, αφήνοντας τη σχέση δανείων/καταθέσεων να επιδεινώνεται τρομακτικά, φθάνοντας το 114,4% τον Σεπτέμβριο του 2010, έναντι 106,6% τον ίδιο μήνα του 2009, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΤτΕ; Αν οι αποταμιευτές θέλουν να αναζητήσουν τον πραγματικό «υπεύθυνο» για τις χαμηλές αποδόσεις των προθεσμιακών καταθέσεων, καλά θα κάνουν να ψάξουν στην Πλατεία Συντάγματος, όπου εδρεύει το υπουργείο Οικονομικών: χάρη στα τεράστια «πακέτα» εγγυήσεων δανεισμού που χορήγησε το Δημόσιο στις τράπεζες (έφθασαν τα 55 δις. ευρώ το 2009 και θα «σκαρφαλώσουν» στα 85 δις. ευρώ φέτος), οι τράπεζες είχαν την πολυτέλεια να δανείζονται πάμφθηνα από την ΕΚΤ, ακόμη και μετά την αφαίρεση ενός ποσοστού 11% από την αξία των ομολόγων που εκδίδουν με την εγγύηση του Δημοσίου.
Όπως κάθε παράδεισος, όμως, και ο παράδεισος των κρατικών εγγυήσεων και της παροχής ρευστότητας χωρίς περιορισμούς από την ΕΚΤ δεν μπορεί να φιλοξενήσει τις τράπεζες αιώνια. Η Τράπεζα της Ελλάδος, ως… κλειδοκράτορας αυτού του παραδείσου, υποδεικνύει στους τραπεζίτες τις δυσάρεστες επιλογές που έχουν μπροστά τους: «επιβάλλεται οι τράπεζες να βρίσκονται σε συνεχή εγρήγορση, να αναπροσαρμόσουν γρήγορα την επιχειρησιακή τους στρατηγική, να περιορίσουν τα λειτουργικά τους έξοδα και να αναζητήσουν εναλλακτικές πηγές άντλησης κεφαλαίων, πέραν εκείνων που προσωρινά παρέχουν το Ελληνικό Δημόσιο και το Ευρωσύστημα. Στο περιβάλλον αυτό, η αναδιάταξη του τραπεζικού συστήματος κρίνεται επιβεβλημένη και αναπόφευκτη»…