Πρέπει να αντέξουμε. Πρέπει να δημιουργήσουμε. Πρέπει να αντισταθούμε
Της Julie Bindel
Το 1989 ένας οπλισμένος άντρας σκότωσε 14 φοιτήτριες στο Μόντρεαλ. Αυτή την εβδομάδα οι Καναδές φεμινίστριες θα θυμηθούν ένα γεγονός που τρόμαξε την χώρα- και ενίσχυσε τον ριζοσπαστισμό τους.
Ήταν μια κρύα βροχερή μέρα στις 6 Δεκεμβρίου του 1989, όταν ένας νεαρός άνδρας κραδαίνοντας ένα πυροβόλο όπλο όρμησε σε μια αίθουσα της École Polytechnique στο Μόντρεαλ του Καναδά. Οι περίπου 60 φοιτητές είχαν λίγο χρόνο να αντιδράσουν πριν ο άνδρας τους διατάξει να βγουν από την αίθουσα και να αρχίσει να πυροβολεί τις γυναίκες. Έξι φοιτήτριες σκοτώθηκαν αμέσως και τρεις τραυματίστηκαν.
Ο δολοφόνος, ο 25χρονος Marc Lépine, ήταν οπλισμένος με ένα νομίμως αποκτηθέν όπλο Mini-14 και με ένα κυνηγετικό μαχαίρι. Είχε πει νωρίτερα στον μαγαζάτορα πως θα πήγαινε για ένα «μικρό παιχνίδι». Ο Lépine είχε προηγουμένως απορριφθεί από μια δουλειά και ήταν αναστατωμένος, όπως αποδείχθηκε εκ των υστέρων, επειδή οι γυναίκες δούλευαν πλέον σε θέσεις τις οποίες παραδοσιακά κατείχαν άνδρες. Πριν ανοίξει πυρ ο Lépine φώναξε: «Είστε όλες ένα μάτσο φεμινίστριες και μισώ τις φεμινίστριες». Μια φοιτήτρια, η Nathalie Provost, διαμαρτυρήθηκε: «Δεν είμαι φεμινίστρια. Δεν πολέμησα ποτέ τους άνδρες». Ο Lépine την πυροβόλησε έτσι κι αλλιώς.
Κατόπιν, ο ένοπλος άνδρας διέσχισε τους διαδρόμους του κολλεγίου, την καφετέρια και άλλη μια αίθουσα, στοχεύοντας ειδικά γυναίκες. Μέχρι τη στιγμή που ο Lépine έστρεψε το όπλο στον εαυτό του, 14 γυναίκες ήταν νεκρές και άλλες 10 τραυματισμένες. Τέσσερις άνδρες τραυματίστηκαν ακούσια από τα πυρά.
Η Francine Pelletier, μια φεμινίστρια ακτιβίστρια και αρθρογράφος στην εφημερίδα του Μόντρεαλ, περιγράφει πως ένιωσε «εντελώς συντετριμμένη» ακούγοντας για την σφαγή, αλλά τίποτα δεν την είχε προετοιμάσει για την ανακάλυψη πως και η ίδια ήταν σε μια λίστα που βρέθηκε από την αστυνομία στην τσέπη του δολοφόνου. «Σχεδόν πέθαναν σήμερα», έλεγε το σημείωμα. «Η έλλειψη χρόνου-γιατί ξεκίνησα πολύ αργά- επέτρεψε σ΄ αυτές τις ριζοσπάστριες φεμινίστριες να επιβιώσουν»
Αμέσως μετά τους πυροβολισμούς, αρκετοί σχολιαστές των ΜΜΕ -αυτοσχέδιοι ψυχολόγοι διακήρυξαν πως ο Lépine ήταν τρελός, πως οι γυναίκες απλώς έτυχε να βρεθούν στον δρόμο του, κι ότι δεν στόχευε ειδικά σε αυτές. Ένας ψυχίατρος στο νοσοκομείο Hôtel-Dieu του Κεμπέκ είπε στην εφημερίδα La Presse οτι ήταν «τόσο αθώος όσο τα θυματά του, υπήρξε και ο ίδιος θύμα μιας όλο και πιο ανελέητης κοινωνίας». «Αυτή ήταν μια περίοδος σημαντικής ανάπτυξης ομάδων για τα δικαιώματα των ανδρών», λέει ο Martin Dufresne, ιδρυτής τουΆνδρες ενάντια στον Σεξισμό. «Αλλά η κοινή γνώμη ένιωθε υπερβολικά άβολα με μια πολιτική ερμηνεία της επίθεσης».
Η αστυνομία αρνήθηκε να δημοσιοποιήσει το σημείωμα της αυτοκτονίας του δολοφόνου, λέγοντας, σε μια συνέντευξη τύπου, πως θα μπορούσε να εμπνεύσει μιμητές-δολοφόνους. Ήταν αυτή η συνειδητή υποβάθμιση των πραγματικών κινήτρων του Lépine που πείσμωσε την Pelletier να το βρει. Μήνες αργότερα, της στάλθηκε ανωνύμως ένα αντίγραφο με το ταχυδρομείο.
«Θα ήθελα να σημειώσετε πως αν αυτοκτονήσω σήμερα δεν θα είναι για οικονομικούς λόγους, αλλά για πολιτικούς», έλεγε. «Επειδή έχω αποφασίσει να στείλω τις φεμινίστριες, που πάντα μου κατέστρεφαν τη ζωή, στον Δημιουργό τους. Έχω αποφασίσει να βάλω ένα τέλος σ αυτές τις κάργιες».
Η Mélissa Blais, λέκτορας και διδακτορική φοιτήτρια στο Πανεπιστήμιο του Κεμπέκ , είναι η σημαντικότερη καναδή ειδική στο θέμα της σφαγής και του αντι-φεμινιστικού πλαισίου της. Πήρε συνεντεύξεις από μια σειρά γυναικών που ήταν ενεργές φεμινίστριες το 1989, για την ερευνά της, και διαπίστωσε πως πολλές ένιωθαν υπεύθυνες γι΄ αυτό που έγινε στο Μόντρεαλ. «Μετά από τη σφαγή διάλεξαν τη σιωπή, για να αποφύγουν περαιτέρω επιθέσεις».
«Όταν έγινα φεμινίστρια, γύρω στο 2000, είδα με απορία πως κάποιοι ήταν ακόμα διστακτικοί στο να μιλήσουν με πολιτικούς όρους για την επίθεση. Φαινόταν πως ο πιο αποτελεσματικός τρόπος να απορρίψει κανείς την φεμινιστική εξήγηση ήταν να αναγάγει τα πάντα στην ψυχολογία ενός και μόνου τρελού άνδρα».
Η Pelletier συμφωνεί πως η πράξη του Lépine ήταν έντονα πολιτική και πιστεύει πως ήξερε ακριβώς τί έκανε εκείνη τη μέρα. «Πάντα ένιωθα πως αυτές οι γυναίκες πέθαναν για μένα. Κάποιες από αυτές δεν ήταν καν φεμινίστριες, πιθανότατα», λέει, «απλά είχαν το κουράγιο να πιστεύουν πως ήταν συνάδελφοι και όχι κατώτερες των ανδρών συμφοιτητών τους».
Το κίνημα υπέρ του δικαιώματος στην έκτρωση ενδυναμωνόταν τον καιρό της σφαγής. Έξι μήνες νωρίτερα, μια γυναίκα απ το Κεμπέκ, η Chantale Daigle, είχε επιτύχει μια σημαντική νίκη ανατρέποντας μια απαγορευτική εντολή, την οποία είχε πάρει ο βίαιος πρώην συντροφός της, στο Καναδικό ανώτατο δικαστήριο, η οποία της απαγόρευε να θέσει τέρμα στην εγκυμοσύνη της. Περισσότερες απο 10 χιλιάδες γυναίκες διαδήλωσαν στο Μόντρεαλ υπέρ της Daigle.
Η σφαγή έδωσε ώθηση σε πολλές καμπάνιες για να σταματήσει η ανδρική βία και υπήρξε έντονη διεθνής αλληλεγγύη. Υπήρξα κομμάτι μιας ομάδας που οργάνωσε μια ολονυχτία, δυο μέρες αργότερα, στην Πλατεία Τραφάλγκαρ. Όμως, λέει η Pelletier, «οι συνέπειες στο κίνημα των γυναικών στον Καναδά ήταν βαθιές».
«Ήμουν μια φεμινίστρια χωρίς αυταπάτες στις 6 Δεκεμβρίου. Ήταν όλα υπερβολικά εύκολα», λέει. «Αυτό που συνειδητοποιήσαμε μετά την σφαγή ήταν πως είχε υπάρξει μια σιωπηλή και αυξανόμενη δυσαρέσκεια πολλών ανδρών προς τις φεμινίστριες, και για εμάς υπήρξε ένα τεράστιο τίμημα να πληρώσουμε για όσα είχαμε πετύχει».
Πέρασα πρόσφατα κάμποσο καιρό στο Μόντρεαλ και συνάντησα ένα ζωντανό και αναπτυσσόμενο φεμινιστικό κίνημα, με τις μεγαλύτερες γυναίκες αποφασισμένες να καθοδηγήσουν τις νεότερες γενιές και να ενθαρρύνουν μια επιστροφή στον ριζοσπαστισμό που ήταν χαρακτηριστικός του καναδικού φεμινισμού πριν το 1989. Τότε, το φεμινιστικό κίνημα χαρακτηριζόταν από την δημιουργία των οργανώσεων δικαιωμάτων των πατέρων και από την άρνησή τους να δεχθούν πως οι άνδρες είχαν θεσμοποιημένη ισχύ και προνόμια έναντι των γυναικών.
Στον Καναδά, η 6η Δεκεμβρίου είναι μια Ημέρα Μνήμης και Δράσης για την Βία κατά των Γυναικών και η 23η επέτειος της θηριωδίας. Θα υπάρξουν διαδηλώσεις, εκδηλώσεις και δάκρυα, ενώ ενθυμούμαστε τις νεκρές. Όπως είπε η σύγχρονή φεμινίστρια συγγραφέας Andrea Dworkin: «Είναι υποχρέωση της καθεμίας μας να είμαστε η γυναίκα που ο Marc Lépine ήθελε να σκοτώσει. Πρέπει να ζούμε με αυτή την τιμή. Πρέπει κάνουμε έξωση στον φόβο. Πρέπει να ζήσουμε με αυτή την τιμή, αυτό το κουράγιο. Πρέπει να αντέξουμε. Πρέπει να δημιουργήσουμε. Πρέπει να αντισταθούμε».
Πηγή: The Guardian via rednotebook
Μετάφραση: Ντίνα Τζουβάλα
Της Julie Bindel
Το 1989 ένας οπλισμένος άντρας σκότωσε 14 φοιτήτριες στο Μόντρεαλ. Αυτή την εβδομάδα οι Καναδές φεμινίστριες θα θυμηθούν ένα γεγονός που τρόμαξε την χώρα- και ενίσχυσε τον ριζοσπαστισμό τους.
Ήταν μια κρύα βροχερή μέρα στις 6 Δεκεμβρίου του 1989, όταν ένας νεαρός άνδρας κραδαίνοντας ένα πυροβόλο όπλο όρμησε σε μια αίθουσα της École Polytechnique στο Μόντρεαλ του Καναδά. Οι περίπου 60 φοιτητές είχαν λίγο χρόνο να αντιδράσουν πριν ο άνδρας τους διατάξει να βγουν από την αίθουσα και να αρχίσει να πυροβολεί τις γυναίκες. Έξι φοιτήτριες σκοτώθηκαν αμέσως και τρεις τραυματίστηκαν.
Ο δολοφόνος, ο 25χρονος Marc Lépine, ήταν οπλισμένος με ένα νομίμως αποκτηθέν όπλο Mini-14 και με ένα κυνηγετικό μαχαίρι. Είχε πει νωρίτερα στον μαγαζάτορα πως θα πήγαινε για ένα «μικρό παιχνίδι». Ο Lépine είχε προηγουμένως απορριφθεί από μια δουλειά και ήταν αναστατωμένος, όπως αποδείχθηκε εκ των υστέρων, επειδή οι γυναίκες δούλευαν πλέον σε θέσεις τις οποίες παραδοσιακά κατείχαν άνδρες. Πριν ανοίξει πυρ ο Lépine φώναξε: «Είστε όλες ένα μάτσο φεμινίστριες και μισώ τις φεμινίστριες». Μια φοιτήτρια, η Nathalie Provost, διαμαρτυρήθηκε: «Δεν είμαι φεμινίστρια. Δεν πολέμησα ποτέ τους άνδρες». Ο Lépine την πυροβόλησε έτσι κι αλλιώς.
Κατόπιν, ο ένοπλος άνδρας διέσχισε τους διαδρόμους του κολλεγίου, την καφετέρια και άλλη μια αίθουσα, στοχεύοντας ειδικά γυναίκες. Μέχρι τη στιγμή που ο Lépine έστρεψε το όπλο στον εαυτό του, 14 γυναίκες ήταν νεκρές και άλλες 10 τραυματισμένες. Τέσσερις άνδρες τραυματίστηκαν ακούσια από τα πυρά.
Η Francine Pelletier, μια φεμινίστρια ακτιβίστρια και αρθρογράφος στην εφημερίδα του Μόντρεαλ, περιγράφει πως ένιωσε «εντελώς συντετριμμένη» ακούγοντας για την σφαγή, αλλά τίποτα δεν την είχε προετοιμάσει για την ανακάλυψη πως και η ίδια ήταν σε μια λίστα που βρέθηκε από την αστυνομία στην τσέπη του δολοφόνου. «Σχεδόν πέθαναν σήμερα», έλεγε το σημείωμα. «Η έλλειψη χρόνου-γιατί ξεκίνησα πολύ αργά- επέτρεψε σ΄ αυτές τις ριζοσπάστριες φεμινίστριες να επιβιώσουν»
Αμέσως μετά τους πυροβολισμούς, αρκετοί σχολιαστές των ΜΜΕ -αυτοσχέδιοι ψυχολόγοι διακήρυξαν πως ο Lépine ήταν τρελός, πως οι γυναίκες απλώς έτυχε να βρεθούν στον δρόμο του, κι ότι δεν στόχευε ειδικά σε αυτές. Ένας ψυχίατρος στο νοσοκομείο Hôtel-Dieu του Κεμπέκ είπε στην εφημερίδα La Presse οτι ήταν «τόσο αθώος όσο τα θυματά του, υπήρξε και ο ίδιος θύμα μιας όλο και πιο ανελέητης κοινωνίας». «Αυτή ήταν μια περίοδος σημαντικής ανάπτυξης ομάδων για τα δικαιώματα των ανδρών», λέει ο Martin Dufresne, ιδρυτής τουΆνδρες ενάντια στον Σεξισμό. «Αλλά η κοινή γνώμη ένιωθε υπερβολικά άβολα με μια πολιτική ερμηνεία της επίθεσης».
Η αστυνομία αρνήθηκε να δημοσιοποιήσει το σημείωμα της αυτοκτονίας του δολοφόνου, λέγοντας, σε μια συνέντευξη τύπου, πως θα μπορούσε να εμπνεύσει μιμητές-δολοφόνους. Ήταν αυτή η συνειδητή υποβάθμιση των πραγματικών κινήτρων του Lépine που πείσμωσε την Pelletier να το βρει. Μήνες αργότερα, της στάλθηκε ανωνύμως ένα αντίγραφο με το ταχυδρομείο.
«Θα ήθελα να σημειώσετε πως αν αυτοκτονήσω σήμερα δεν θα είναι για οικονομικούς λόγους, αλλά για πολιτικούς», έλεγε. «Επειδή έχω αποφασίσει να στείλω τις φεμινίστριες, που πάντα μου κατέστρεφαν τη ζωή, στον Δημιουργό τους. Έχω αποφασίσει να βάλω ένα τέλος σ αυτές τις κάργιες».
Η Mélissa Blais, λέκτορας και διδακτορική φοιτήτρια στο Πανεπιστήμιο του Κεμπέκ , είναι η σημαντικότερη καναδή ειδική στο θέμα της σφαγής και του αντι-φεμινιστικού πλαισίου της. Πήρε συνεντεύξεις από μια σειρά γυναικών που ήταν ενεργές φεμινίστριες το 1989, για την ερευνά της, και διαπίστωσε πως πολλές ένιωθαν υπεύθυνες γι΄ αυτό που έγινε στο Μόντρεαλ. «Μετά από τη σφαγή διάλεξαν τη σιωπή, για να αποφύγουν περαιτέρω επιθέσεις».
«Όταν έγινα φεμινίστρια, γύρω στο 2000, είδα με απορία πως κάποιοι ήταν ακόμα διστακτικοί στο να μιλήσουν με πολιτικούς όρους για την επίθεση. Φαινόταν πως ο πιο αποτελεσματικός τρόπος να απορρίψει κανείς την φεμινιστική εξήγηση ήταν να αναγάγει τα πάντα στην ψυχολογία ενός και μόνου τρελού άνδρα».
Η Pelletier συμφωνεί πως η πράξη του Lépine ήταν έντονα πολιτική και πιστεύει πως ήξερε ακριβώς τί έκανε εκείνη τη μέρα. «Πάντα ένιωθα πως αυτές οι γυναίκες πέθαναν για μένα. Κάποιες από αυτές δεν ήταν καν φεμινίστριες, πιθανότατα», λέει, «απλά είχαν το κουράγιο να πιστεύουν πως ήταν συνάδελφοι και όχι κατώτερες των ανδρών συμφοιτητών τους».
Το κίνημα υπέρ του δικαιώματος στην έκτρωση ενδυναμωνόταν τον καιρό της σφαγής. Έξι μήνες νωρίτερα, μια γυναίκα απ το Κεμπέκ, η Chantale Daigle, είχε επιτύχει μια σημαντική νίκη ανατρέποντας μια απαγορευτική εντολή, την οποία είχε πάρει ο βίαιος πρώην συντροφός της, στο Καναδικό ανώτατο δικαστήριο, η οποία της απαγόρευε να θέσει τέρμα στην εγκυμοσύνη της. Περισσότερες απο 10 χιλιάδες γυναίκες διαδήλωσαν στο Μόντρεαλ υπέρ της Daigle.
Η σφαγή έδωσε ώθηση σε πολλές καμπάνιες για να σταματήσει η ανδρική βία και υπήρξε έντονη διεθνής αλληλεγγύη. Υπήρξα κομμάτι μιας ομάδας που οργάνωσε μια ολονυχτία, δυο μέρες αργότερα, στην Πλατεία Τραφάλγκαρ. Όμως, λέει η Pelletier, «οι συνέπειες στο κίνημα των γυναικών στον Καναδά ήταν βαθιές».
«Ήμουν μια φεμινίστρια χωρίς αυταπάτες στις 6 Δεκεμβρίου. Ήταν όλα υπερβολικά εύκολα», λέει. «Αυτό που συνειδητοποιήσαμε μετά την σφαγή ήταν πως είχε υπάρξει μια σιωπηλή και αυξανόμενη δυσαρέσκεια πολλών ανδρών προς τις φεμινίστριες, και για εμάς υπήρξε ένα τεράστιο τίμημα να πληρώσουμε για όσα είχαμε πετύχει».
Πέρασα πρόσφατα κάμποσο καιρό στο Μόντρεαλ και συνάντησα ένα ζωντανό και αναπτυσσόμενο φεμινιστικό κίνημα, με τις μεγαλύτερες γυναίκες αποφασισμένες να καθοδηγήσουν τις νεότερες γενιές και να ενθαρρύνουν μια επιστροφή στον ριζοσπαστισμό που ήταν χαρακτηριστικός του καναδικού φεμινισμού πριν το 1989. Τότε, το φεμινιστικό κίνημα χαρακτηριζόταν από την δημιουργία των οργανώσεων δικαιωμάτων των πατέρων και από την άρνησή τους να δεχθούν πως οι άνδρες είχαν θεσμοποιημένη ισχύ και προνόμια έναντι των γυναικών.
Στον Καναδά, η 6η Δεκεμβρίου είναι μια Ημέρα Μνήμης και Δράσης για την Βία κατά των Γυναικών και η 23η επέτειος της θηριωδίας. Θα υπάρξουν διαδηλώσεις, εκδηλώσεις και δάκρυα, ενώ ενθυμούμαστε τις νεκρές. Όπως είπε η σύγχρονή φεμινίστρια συγγραφέας Andrea Dworkin: «Είναι υποχρέωση της καθεμίας μας να είμαστε η γυναίκα που ο Marc Lépine ήθελε να σκοτώσει. Πρέπει να ζούμε με αυτή την τιμή. Πρέπει κάνουμε έξωση στον φόβο. Πρέπει να ζήσουμε με αυτή την τιμή, αυτό το κουράγιο. Πρέπει να αντέξουμε. Πρέπει να δημιουργήσουμε. Πρέπει να αντισταθούμε».
Πηγή: The Guardian via rednotebook
Μετάφραση: Ντίνα Τζουβάλα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου