Την 1η Μαΐου του 1890, ο Φρ. Ενγκελς σημείωνε στο πρόλογο της γερμανικής έκδοσης του Κομμουνιστικού Μανιφέστου: «Σήμερα που γράφω αυτές τις γραμμές, το προλεταριάτο της Ευρώπης και της Αμερικής επιθεωρεί τις δυνάμεις του, που για πρώτη φορά κινητοποιούνται σε μια στρατιά, κάτω από μια σημαία και για έναν άμεσο σκοπό: για το νομοθετικό καθορισμό της κανονικής οχτάωρης εργάσιμης ημέρας, που διακηρύχτηκε ακόμα από το 1866, από το Συνέδριο της Διεθνούς στη Γενεύη και ξανά ύστερα από το Εργατικό Συνέδριο του Παρισιού στα 1899. Και το θέμα της σημερινής μέρας θα δείξει στους καπιταλιστές και στους γαιοκτήμονες όλων τω χωρών ότι οι προλετάριοι όλων των χωρών είναι σήμερα πραγματικά ενωμένοι. Ας ήταν ο Μαρξ πλάι μου να το ‘βλεπε αυτό με τα ίδια του τα μάτια!».
Πώς όμως είχαμε φτάσει στο σημείο η 1η Μαΐου να γίνει η παγκόσμια ημέρα των εργατών;
Η «Μέρα των εργατών» δεν προέκυψε τυχαία και φυσικά δεν απασχόλησε το εργατικό κίνημα μόνο προς το τέλος του 19ου αιώνα. Στην αρχαιότητα και στο μεσαίωνα υπήρχαν, σε διάφορα μέρη του κόσμου, συγκεκριμένες ημέρες, κατά τις οποίες τιμούνταν η χειρωνακτική εργασία. Αργότερα, κατά τη Γαλλική Επανάσταση ορίστηκε μια ειδική μέρα του Σεπτέμβρη που θεωρούνταν εργατική αργία, ενώ στις Ηνωμένες Πολιτείες από τη δεκαετία του 1790 άρχισε να γιορτάζεται η 4η Ιουλίου κάθε έτους ως η μέρα που οι εργάτες και οι καταπιεσμένοι διεκδικούσαν τα δικαιώματά τους. Η παράδοση αυτή, να γιορτάζεται δηλαδή η 4η Ιούλη ως μέρα των εργατών, κράτησε στις Ηνωμένες Πολιτείες ως τη δεκαετία του 1880 και στη συνέχεια επισκιάστηκε από την «Ημέρα της Εργασίας» – που γιορταζόταν την πρώτη Δευτέρα του Σεπτέμβρη κάθε έτους- και από την Πρωτομαγιά.
Η «Μέρα των Εργατών» γενικά, και ειδικότερα η Πρωτομαγιά έχει συνδεθεί πρωτίστως με τον αγώνα της εργατικής τάξης για πραγματική μείωση του χρόνου εργασίας, και μάλιστα σε διεθνές επίπεδο, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι και τα άλλα αιτήματα που κατά καιρούς έβαζε και βάζει το εργατικό κίνημα αυτή τη μέρα δεν έχουν το δικό τους ειδικό βάρος στον ταξικό αγώνα που διεξάγει.
Στις αρχές του 19ου αιώνα, ο χρόνος εργασίας στις βιομηχανίες του τότε ανεπτυγμένου κόσμου έφτανε τις 12 και 14 ώρες ημερησίως, ενώ κατά την περίοδο των Ναπολεόντειων Πολέμων ανέβηκε κατά 4 έως 6 ώρες επιπλέον. Ετσι στις Ηνωμένες Πολιτείες από τη δεκαετία του 1790 άρχισαν οι πρώτοι εργατικοί αγώνες για την καθιέρωση της δεκάωρης εργασίας με πρόσθετη πληρωμή για τις υπερωρίες. Η πάλη για το θέμα αυτό υπήρξε αρκετά σκληρή κατά τα επόμενα χρόνια και μόνο κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα κατορθώθηκε να γίνει το δεκάωρο η κανονική εργάσιμη μέρα για τους περισσότερους ειδικευμένους Αμερικανούς τεχνίτες. Για την πλειοψηφία των εργατών, όμως, το πρόβλημα παρέμενε και γύρω στο 1860 οι ώρες εργασίας μειώθηκαν στις 11.
Το Οχτάωρο
Το αίτημα για οχτάωρη εργασία διατυπώθηκε για πρώτη φορά στην Αγγλία το 1829 από την «Εθνική Ενωση για την Προστασία της Εργασίας» και εφαρμόστηκε στην αποικία της Βικτωρίας την 21η Απριλίου του 1856. Οραματισμοί για το Οχτάωρο άρχισαν να εκφράζονται και στις Ηνωμένες Πολιτείες από το 1829, ενώ τα πρώτα σημαντικά μέτρα για την εξασφάλισή του το εργατικό κίνημα των ΗΠΑ άρχισε να τα παίρνει από το 1863. Μετά όμως από τον αμερικανικό εμφύλιο πόλεμο (1861- 1865) ο αγώνας για την οχτάωρη εργάσιμη μέρα πήρε εκρηκτικές διαστάσεις. Γράφει ο Μαρξ χαρακτηριστικά: «Ο πρώτος καρπός του εμφυλίου πολέμου ήταν η ζύμωση για το οκτάωρο που με ταχύτητα ατμομηχανής προχωρεί από τον ατλαντικό ως τον ειρηνικό Ωκεανό, από τη Νέα Αγγλία ως την Καλιφόρνια. Το πανεργατικό συνέδριο της Βαλτιμόρης (16 Αυγούστου 1866) διακηρύχνει: ”Η πρώτη και μεγάλη απαίτηση της σημερινής εποχής για ν’ απελευθερωθεί η εργασία αυτής της χώρας από την καπιταλιστική σκλαβιά είναι η έκδοση ενός νόμου που θα καθορίζει ότι το 8ωρο θ’ αποτελεί την κανονική εργάσιμη ημέρα σ’ όλες τις Πολιτείες της αμερικανικής Ενωσης. Είμαστε αποφασισμένοι να καταβάλουμε όλες μας τις δυνάμεις ώσπου να πετύχουμε αυτό το ένδοξο αποτέλεσμα”» (Κ. Μαρξ: «Το Κεφάλαιο», εκδόσεις Σ.Ε., τόμος πρώτος, σελ. 314- 315).
Το αίτημα του οκταώρου- καθώς και άλλα εργατικά αιτήματα- αποδέχτηκε και η Διεθνής Ενωση Εργατών (Πρώτη Διεθνής), η οποία στο συνέδριό της στη Γενεύη, τον Σεπτέμβρη του 1866, πήρε την εξής απόφαση: «Η μείωσις των ωρών εργασίας οφείλει να είναι το πρώτον βήμα προς τη χειραφέτηση του εργάτη. Κατ’ αρχήν η οκτάωρος εργασία πρέπει να θεωρηθεί επαρκής και η νυκτερινή εργασία να επιτρέπεται μόνον εξαιρετικώς» («Κοινωνιολογικόν και Πολιτικόν Λεξικόν» της εφημερίδας «Ανεξάρτητος», λήμμα «Οκτάωρον» κ.ά.). Ετσι το αίτημα του οκταώρου έγινε αίτημα του παγκόσμιου προλεταριάτου. Ομως ο αγώνας για την κατάκτησή του στις Ηνωμένες Πολιτείες έμελλε να αποτελέσει την αιτία για την καθιέρωση της Πρωτομαγιάς ως παγκόσμιας ημέρας των εργατών.
Η Πρωτομαγιά του 1886
Οπως προαναφέραμε, μετά τον αμερικανικό εμφύλιο, η πάλη για ο οκτάωρο πήρε εκρηκτικές διαστάσεις στις ΗΠΑ. Σε πολλές Πολιτείες έγινε δυνατή ακόμη και η νομοθετική του κατοχύρωση αλλά οι νόμοι που θεσπίστηκαν περιείχαν πολλά παραθυράκια, τα οποία και αξιοποιούσαν οι εργοδότες για να αυξάνουν το χρόνο εργασίας κατά πώς ήθελαν, γεγονός που συνάντησε την αντίδραση των εργατών.
Το 1884, στο συνέδριό της η νεοσύστατη, τότε, Αμερικανική Ομοσπονδία Εργασίας αποφάσισε ότι η 1η Μαΐου του 1886 θα είναι ημέρα ενός εκτεταμένου απεργιακού αγώνα των εργατών με σκοπό την καθιέρωση του Οκταώρου. Την απόφαση εκείνη την πήρε στα χέρια της η ίδια η εργατική τάξη των Ηνωμένων Πολιτειών και την έκανε πράξη. Είχε δημιουργήσει μάλιστα κι ένα τραγούδι για το Οκτάωρο το οποίο κατέληγε στο εξής σύνθημα:
«Οκτώ ώρες για εργασία, οκτώ ώρες για ανάπαυση κι οκτώ ώρες για ό,τι θέλουμε»
Στην Πρωτομαγιάτικη απεργία του 1886 στις ΗΠΑ γύρω στο μισό εκατομμύριο εργάτες παράτησαν τη δουλιά τους και συνενώθηκαν στους δρόμους του αγώνα. Σημαντικές απεργίες και διαδηλώσεις έγιναν στις περισσότερες από τις μεγάλες, αλλά και στις μικρές πόλεις και κωμοπόλεις. Επίκεντρο όμως του αγώνα αναδείχτηκε το Σικάγο, με 90.000 διαδηλωτές να έχουν κατακλύσει την πόλη. Ηταν δε, τόσο μεγάλη και τόσο επιβλητική η κινητοποίησή τους που οι καπιταλιστές θεώρησαν πως έπρεπε να επιβληθούν δυναμικά. Ετσι, στις 3 Μαΐου η αστυνομία πυροβόλησε εν ψυχρώ εναντίον εργατών που διαδήλωναν- κατά των απεργοσπαστών- έξω από το εργοστάσιο θεριστικών μηχανών Μακ Κόρμικ, δολοφονώντας εν ψυχρώ 4 διαδηλωτές και τραυματίζοντας αρκετούς. Την επομένη, 4 Μαΐου, όταν η εργατική τάξη του Σικάγο πραγματοποιούσε διαδήλωση διαμαρτυρίας στο Χέιμαρκετ, προβοκάτορας έριξε βόμβα σκοτώνοντας έναν και τραυματίζοντας πάνω από 70 αστυνομικούς. Το αποτέλεσμα ήταν η αστυνομία να στρέψει τα όπλα εναντίον του πλήθους, προκαλώντας πλήθος τραυματιών και τουλάχιστον έναν νεκρό, ενώ τις επόμενες μέρες πέθαναν άλλοι έξι τραυματίες αστυνομικοί που ο θάνατός τους ήταν συνέπεια τραυματισμών που υπέστησαν από τους αδιάκριτους πυροβολισμούς των συναδέλφων τους.
Η, από κάθε άποψη, τραγωδία του Χέιμαρκετ έδωσε την ευκαιρία στο αστικό κράτος να προχωρήσει σε συλλήψεις εργατών ηγετών. Συγκεκριμένα, συνελήφθησαν και οδηγήθηκαν σε σκηνοθετημένη δίκη οκτώ άνθρωποι που είτε δε βρίσκονταν στην πλατεία του Χέιμαρκετ όταν ρίχτηκε η βόμβα είτε δεν ήταν σε θέση έμμεσα ή άμεσα να έχουν την παραμικρή εμπλοκή σ’ αυτή την υπόθεση. Τελικά, από τους 8 οι Πάρσανς, Σπάις, Φίσερ και Ενγκελ απαγχονίστηκαν στις 11 Νοεμβρίου 1887, ο Λιγκ βρέθηκε νεκρός στο κελί του και οι Νημπ, Σουάμπ και Φίλντεν καταδικάστηκαν σε πολλά χρόνια καταναγκαστικά έργα. (Ουίλ. Φόστερ: «Ιστορία του Παγκόσμιου Συνδικαλιστικού Κινήματος», τόμος Α’ σελ. 144- 145).
Πηγή: http://erodotos.wordpress.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου