«Αναγκαιότητα» χαρακτηρίζει την ανέλκυση ή την απομάκρυνση του ναυαγίου του Sea Diamond μελέτη του κ. Ευάγγελου Γιδαράκου, καθηγητή του Πολυτεχνείου Κρήτης.Μετρήσεις που πραγματοποιήθηκαν στην καλντέρα της Σαντορίνης όπου βυθίστηκε το κρουαζιερόπλοιο τη Μ. Πέμπτη του 2007 δείχνουν αυξημένες τιμές βαρέων μετάλλων.Σε στρείδια που περισυνελέγησαν από την περιοχή ανιχνεύθηκαν πολύ υψηλές τιμές καδμίου και μολύβδου, γεγονός που πιθανώςτα καθιστά επικίνδυνα για κατανάλωση, όπως σημειώνεται στην έκθεση.
Ωστόσο, όπως επισημαίνεται, ο μεγαλύτερος κίνδυνος προκύπτει από το γεγονός ότι το ναυάγιο βρίσκεται κυριολεκτικά «κρεμασμένο» στα βράχια του βυθού, κινδυνεύοντας ανά πάσα στιγμή να πέσει ακόμα βαθύτερα. «Σε αυτήν την περίπτωση δεν μπορούμε να γνωρίζουμε τις συνέπειες και τις ουσίες που θα απελευθερωθούν στο θαλάσσιο περιβάλλον», τονίζει ο κ. Γιδαράκος.
«Δεν χρειάζεται πανικός, αλλά ένα τέτοιο ναυάγιο σε ένα κλειστό κόλπο όπως η καλντέρα, όπου τα θαλάσσια ρεύματα δεν βοηθούν στη διασπορά των τοξικών ουσιών, είναι ένα πρόβλημα που δεν λύνεται από μόνο του. Επιβάλλεται να αντιμετωπιστεί», προσθέτει.
Ανεξέλεγκτες διαρροές
Στη μελέτη η οποία εκπονήθηκε για λογαριασμό της Νομαρχίας Κυκλάδων από το Τμήμα Μηχανικών Περιβάλλοντος Εργαστήριο Διαχείρισης Τοξικών και Επικίνδυνων Αποβλήτων του Πολυτεχνείου Κρήτης, επισημαίνεται ότι η διάβρωση του ναυαγίου έχει βέβαια ξεκινήσει και θα συνεχιστεί με σταθερούς ρυθμούς. Αυτό σημαίνει ότι στο μέλλον θα λάβουν χώρα έντονες και ανεξέλεγκτες διαρροές πετρελαιοειδών, βαρέων μετάλλων, βαρέων ελαίων, χημικών και άλλων επικίνδυνων ουσιών στο θαλάσσιο περιβάλλον της καλντέρας. Ο κ. Γιδαράκος εξηγεί ότι το κουφάρι του Sea Diamond βρίσκεται σε πίεση 15 bar και κατά συνέπειαν «έχουν σπάσει τα πάντα. Από τις λάμπες και τις τηλεοράσεις έως οποιοδήποτε μηχάνημα, με αποτέλεσμα την απελευθέρωση ενός τοξικού μείγματος στο θαλάσσιο περιβάλλον».
Σύμφωνα με τις μετρήσεις που πραγματοποιήθηκαν ήδη στη θάλασσα, ανιχνεύονται μεμονωμένα βαρέα μέταλλα, «σε επίπεδα, όμως, που προς το παρόν δεν είναι ανησυχητικά», επισημαίνει ο κ. Γιδαράκος.
Οσον αφορά τη μονάδα αφαλάτωσης που λειτουργεί στο νησί, η μελέτη επισημαίνει ότι προς το παρόν δεν υπάρχει κίνδυνος από διαρροή πετρελαιοειδών ή άλλων ρυπογόνων ουσιών. Απαιτείται, ωστόσο, διαρκής παρακολούθηση, αφού μπορεί να εκτιμηθεί με ακρίβεια η εξέλιξη της κατάστασης.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου