Η οικονομία ήταν πάντοτε η βασίλισσα στο πλαίσιο ενός κράτους. Γι’ αυτό η οικονομική συνεργασία με τον εχθρό, που παρουσιάστηκε στη διάρκεια του τελευταίου μεγάλου Πολέμου, κρίθηκε επιεικέστερα, μετά τη λήξη του, σε σύγκριση με τον πολιτικό ή στρατιωτικό δωσιλογισμό που διαπιστώθηκε στις διάφορες χώρες που κατακτήθηκαν από τον Αξονα, όπως ήταν η Ελλάδα.
Στις μέρες μας, πολλοί εργαζόμενοι στις πολεμικές βιομηχανίες σκέφτονται περισσότερο τη διατήρηση της θέσης τους και του μισθού τους, παρά το γεγονός ότι το προϊόν που παράγουν (βόμβες, σφαίρες, όπλα, πυραύλους κ.ά.) μπορούν να σκοτώσουν γυναικόπαιδα σε διάφορα σημεία του πλανήτη.
Αυτή η αντίδραση δεν είναι τυχαία, γιατί, τελικά, στα κοινωνικά καθεστώτα των διάφορων χωρών, πρωτεύουσα θέση έχει η οικονομία που επικρατεί της πολιτικής. Αν η οικονομία δεν πηγαίνει καλά, η πολιτική εξουσία κλυδωνίζεται και αυτός είναι ο λόγος που κάνει τα στραβά μάτια στον τρόπο που κερδίζεται η ευημερία.
Οι Ελληνες κεφαλαιούχοι υπήρξαν πολλές φορές πραγματικά διεθνιστές που δεν έχασαν ευκαιρία για να πλουτίσουν.
Ο μεγιστάνας όπλων, ο Μποδοσάκης Αθανασιάδηςπουλούσε πολεμικό υλικό στη διάρκεια του ισπανικού εμφυλίου πολέμου (1936-1939) στους Δημοκρατικούς, χωρίς να έχει κάποια ιδιαίτερη συμπάθεια στην πολιτική παράταξη που αγωνιζόταν εναντίον του πραξικοπήματος του Φράνκο.
Ελληνες εφοπλιστές, με το αζημίωτο, έσπασαν το εμπάργκο κατά της Κίνας και της Κούβας, μεταφέροντας με τα πλοία τους εκεί εμπορεύματα χωρίς να έχουν κανενός είδους συμπάθεια προς τα πολιτικά καθεστώτα αυτών των χωρών.
Πρόσφατα, ο Γ. Καρατζαφέρης πρότεινε ανοιχτά (και αρκετοί συμφωνούσαν σιωπηρά), να καταργηθεί το «πόθεν έσχες», ώστε το «μαύρο χρήμα» να επενδυθεί ανεμπόδιστα και έτσι να ενισχυθεί το εισοδηματικό ρεύμα και η ανάπτυξη της οικονομίας. Η πηγή προέλευσης αυτού του αφορολόγητου χρήματος δεν ενδιαφέρει ιδιαίτερα, αρκεί να βοηθήσει στην οικονομική ανάπτυξη.
Στην Ελλάδα, μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου αρκετοί «οικονομικοί συνεργάτες του εχθρού» -όπως αποκαλούνταν επίσημα- κλείστηκαν για ένα διάστημα στη φυλακή. Δεν άργησαν όμως, με την πρώτη ευκαιρία, να προβάλουν τα δικά τους επιχειρήματα που φάνηκαν λογικά, τόσο στην ελληνική όσο και στην αγγλοαμερικανική πολιτική εξουσία. «Μετά την κατάληψη της Ελλάδας από τον Αξονα -υποστήριξαν οι οικονομικοί συνεργάτες του εχθρού- η οικονομία της χώρας ελέγχθηκε από τον κατακτητή. Ετσι, η επαφή και η συνεργασία μεταξύ σχεδόν όλων των οικονομικών μας παραγόντων και των δυνάμεων κατοχής έγινε αναπόφευκτη. Το αντίθετο θα ήταν παράλογο και θα επέφερε καταστροφή στην εθνική μας οικονομία, όπως επίσης και στους Ελληνες εργαζόμενους».
Στις μέρες μας, υπάρχει μια νέα γενιά οικονομικών δωσίλογων. Δεν πρόκειται για συνεργάτες του εχθρού, γιατί η Γερμανία είναι σύμμαχος και φίλη με την Ελλάδα. Αλλά οι Χρήστος Καραβέλας και Μιχάλης Χριστοφοράκος εκμαύλισαν το ελληνικό πολιτικό σύστημα προς χάριν μιας εταιρείας γερμανικών συμφερόντων. Και οι Γερμανοί το αναγνωρίζουν αυτό, προστατεύοντας τον κ. Χριστοφοράκο στο γερμανικό έδαφος, ενώ ο κ. Καραβέλας διέφυγε και διαμένει στην Ουρουγουάη. Τελευταία ο συνεργάτης τους, ο Φόλκερ Γιουγκ, έφυγε σαν κύριος για τη Γερμανία από την έπαυλή του στην Πάρο.
Αλλά οι Ελληνες οικονομικοί δωσίλογοι που διέβρωσαν το ελληνικό πολιτικό σύστημα για χάρη ξένων συμφερόντων, όπως και οι εκμαυλισθέντες Ελληνες πολιτικοί θα μπορούσαν να υποστηρίξουν: «Ναι, παραδεχόμαστε ότι έρρευσε μαύρο βρώμικο χρήμα. Ομως χτίζοντας επαύλεις, αγοράζοντας πολυτελή αυτοκίνητα, κρις κραφτ κ.ά. προσφέραμε τζίρο στην αγορά και έφαγε ο κόσμος ψωμάκι»!
Του ΦΟΙΒΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗ