Πλέον, δεν τηρούνται ούτε τα προσχήματα. Όλες οι πολιτικές δυνάμεις παίρνουν αποστάσεις από τον λαό και τον επικαλούνται μόνο όταν θέλουν να χαϊδέψουν το θυμικό του ή να μιλήσουν εξ’ ονόματός του. Ο κόσμος πλέον ξέρει τι συμβαίνει. Και αυτοί που κάθονται στις καρέκλες τους παίρνοντας φονικές για το μέλλον μας αποφάσεις, ξέρουν ότι ξέρουμε.
Δεν μας αντιμετωπίζουν ως πολίτες αλλά ως αντικείμενα που πιάνουν χώρο και χρειάζονται εκκαθάριση. Γι’ αυτό και τόσοι διαδηλωτές, από τις διαδηλώσεις με τους νεκρούς στην Marfin, ως το Μεσοπρόθεσμο και το 2ο μνημόνιο, ψεκάστηκαν, έσπασαν τα κεφάλια τους, θερίστηκαν από γκλομπς και συνελήφθησαν. Γι’ αυτό οχυρώνουν ως φρούριο την Βουλή και κλείνουν σταθμούς του μετρό, κατά τις διαδηλώσεις. Ξέρουν ότι ξέρουμε. Και αν τα ΜΜΕ προσπαθούν να δείξουν άλλα πράγματα στα μάτια που τα πιστεύουν ακόμη, αραγμένα στους καναπέδες, η πραγματικότητα δεν μπορεί να επιβληθεί στην πλειοψηφία.
Πλέον, γιαγιάδες παροτρύνουν να καούν οι τράπεζες, μεσήλικες θέλουν να πετάξουν πέτρες, παππούδες χτυπάνε πολιτικούς με ότι βρουν. Μπροστά σ’ αυτούς, τι προπαγάνδα να υψώσεις ως σύστημα; Διεθνή μέσα ενημέρωσης έχουν εγκατασταθεί δεκάδες φορές στην Αθήνα για να καταγράψουν τα όσα συμβαίνουν. Τα εγχώρια ΜΜΕ (όπως και στην περίπτωση της Αργεντινής) δεν επικεντρώνονται στον κόσμο που ξεσηκώνεται, ούτε στους λόγους που το κάνει. Βέβαια, όσο όλο και περισσότεροι γινόμαστε “κακοί διαδηλωτές”, τόσο το παραμύθι τους δεν θα πουλάει. Τα ΜΜΕ είναι μέρος του προβλήματος.
Η δημοκρατία που ζούσαμε είχε γίνει μια συνήθεια. Δεν την προστατεύσαμε όπως ωφείλαμε. Για πολλούς, δεν ήταν και τίποτα σπουδαίο η δημοκρατία και μάλιστα παραδέχονταν, ότι οι ίδιοι δεν μπορούν να κάνουν τίποτα μέσα στα πλαίσιά της, αφού “άλλοι παίρνουν αποφάσεις”. Αυτή η παραίτηση και ο κυνισμός, θα οδηγήσει με μαθηματική ακρίβεια (και εύχομαι να κάνω λάθος) σε μια αποδοχή της πλήρους εξαφάνισης κάθε ίχνους δημοκρατίας.
Όταν επί χρόνια απαξιώνεις την δημοκρατία (λόγω των χειρισμών των πολιτικών προσώπων και της αδικίας) και μοιάζει σαν να μην σε νοιάζει αν την χάσεις, τότε όταν την χάσεις πραγματικά, δεν θα καταλάβεις την διαφορά. Γι’ αυτό υπάρχουν νοσταλγοί της χούντας και φασιστικά κόμματα βλέπουν τα ποσοστά τους να ανεβαίνουν.
Κάποιοι πιστεύουν πως η δημοκρατία απέτυχε επειδή οι πολιτικοί δρούσαν ασύδοτα. Βγάζουν από την εξίσωση, την προσωπική ευθύνη. Γι’ αυτό προτιμούν αυταρχικές λύσεις, κάτι που συνδυάζεται με την απουσία κριτικής σκέψης και παιδείας, που θα τους έκανε υπό άλλες συνθήκες να καταλήξουν πως η δημοκρατία αν απέτυχε, απέτυχε επειδή δεν την φροντίσαμε. Αποτύχαμε κι εμείς. Την μετατρέψαμε σε ρουτίνα, σε κουραστική υποχρέωση, ενώ είναι δικαίωμα που πρέπει να αγαπάμε.