Σήμερα σε μια βόλτα που έκανε στην Αθήνα, σε κάθε στροφή του δρόμου από την Ομόνοια στην Κάνιγγος, και από εκεί μέχρι τη Βουλής, σε όποιο σημείο και αν κοίταγε συναντούσε ένα χέρι με ένα κυπελλάκι παρατεταμένο. Χέρι μαύρο, χέρι λευκό, χέρι μελαψό, χέρι γέρικο, χέρι νεανικό, πάντα ένα χέρι σε ικεσία. Περνώντας από μπροστά του κάθε φορά το μυαλό του πήγαινε να βάλει το χέρι στην τσέπη, αλλά δεν προλάβαινε.
Δεν ήθελε να σταθεί μπροστά του και να ψάχνει το πορτοφόλι του. Έπρεπε να έχει κάτι στο χέρι και να το δώσει χωρίς να σταθεί. Το να σταθεί μπροστά του του έφερνε μια δυσφορία. Δυσφορία, ντροπή, δεν ήθελε από ντροπή. Αυτή η κίνηση όσο χριστιανική και αν φαινόταν ντρόπιαζε και τους δυο και εκείνο και τον επαίτη. Τις περισσότερες φορές περνούσε χωρίς να δίνει τίποτα μόνο σε όποιο προλάβαινε, δηλαδή άφηνε τον οβολό του σε ένα άντε δύο κυπελλάκια, μετά περνούσε με μια στεναχώρια μέσα του.
Ένοιωθε τον πόνο της φτώχειας να τον ακολουθεί εσωτερικά και εξωτερικά. Το πόνο της μοναξιά που αναδίδει αυτή η παρουσία του επαίτη, μαρτυρά την ανθρώπινη καταρρακωμένη ύπαρξη. Που μαρτυρά τη μοναξιά του ανθρώπου, τη μοναξιάς του, της μοναξιάς μας. Ο επαίτης μόνος μέσα στο πλήθος, αβοήθητος. Περνάς από μπροστά του, απομακρύνεσαι και ξαναμένει μόνος. Και έπειτα και άλλος διαβάτης, ίσως αυτός του δώσει κάτι, πάει και αυτός και ξαναμένει μόνος. Πόσο μόνοι μας ήμαστε όλοι, σκεπτόταν περνώντας μπροστά από κάποιο που ζητιανεύει.
Αυτός και αυτός, μόνοι καταδικασμένοι από το σύστημα που καθορίζει με νόμους στρατοπέδου την καθημερινότητα του πολίτη. Ο βασικότερος νόμος του στρατοπέδου συγκέντρωσης, είναι ο κατακερματισμός της αλληλεγγύης και της συντροφικότητας, η απομόνωση και η αλλοτρίωση της προσωπικότητας. Στο στρατόπεδο συγκέντρωσης νιώθεις, ότι δεν έχεις κανένα δίπλα σου και ας είναι όλοι κοντά σου. Είσαι τόσο μόνος, ή μόνη ώστε να μην αγγίζεις τίποτα και να μην σε αγγίζει τίποτα.
Στην ουσία κανείς δεν μπορεί να σε βοηθήσει. Όλοι αυτοί που είναι δίπλα σου έχουν το ίδιο πρόβλημα με σένα. Μόνο η εξουσία του στρατοπέδου μπορεί να αποφασίσει για την τύχη σου, κανείς άλλος. Είσαι ανυπεράσπιστος/η μπροστά στην κοινωνική αδικία, μπροστά στην αδίστακτη εξουσία.
Και αυτή η κατάσταση δεν έχει σχέση μόνο με τον επαίτη και την κοινωνία, αλλά και με τον εργαζόμενο και την οργάνωση της εργασίας. Έχει σχέση με τις επιχειρήσεις και τις ατομικές π. χ. συμβάσεις εργασίας. Έχει σχέση με την κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων, με την κατάργηση της αλληλεγγύης, της συντροφικότητας, στοιχεία που δυσκολεύουν την εξουσία να βρει το θύμα μόνο του και να το καθυποτάξει .
Με αυτόν το τρόπο μια επιχείρηση υιοθετεί τους κανόνες του στρατοπέδου όπου ο καθένας καλείται μόνος του να υπερασπιστεί τον εαυτό του απέναντι στην γιγάντια μηχανή που θα τον καταβροχθίσει, χωρίς κανείς να μπορεί να τον βοηθήσει. Το οικονομικό σύστημα λοιπόν, καθορίζει με νόμους στρατοπέδου την καθημερινότητα του πολίτη. Κάθε εργαζόμενος μόνος του απέναντι στην εργοδοτική και οικονομική εξουσία. Ο καθένας και η κάθε μια καταδικασμένοι σε μια ατελείωτη μοναξιά μέσα σε ένα ατελείωτα μοναχικό πλήθος
Ο Μπρούνο Μπέτελχαϊμ ένας από τους πιο διακεκριμένους ψυχαναλυτές παγκοσμίως, διηγείται από την ζωή του στα στρατόπεδα συγκέντρωσης του Nταχάου και του Mπούχενβαλντ, ότι, όταν στην βόλτα των κρατουμένων, οι φύλακες κτυπούσαν κάποιον, ή άφηναν τα σκυλιά να τον αρπάξουν, οι άλλοι κρατούμενοι έπρεπε να συνεχίσουν ατάραχοι να περπατάνε σαν να μην συμβαίνει τίποτα, δεν μπορούσαν ούτε να κοιτάξουν! Αν έκαναν το αντίθετο θα είχαν την ίδια τύχη.
Ο Μπρούνο Μπέτελχαϊμ, Ψυχαναλυτής, ιδρυτής και διευθυντής της Σχολής Orthogenic στο Πανεπιστήμιο του Σικάγο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου