του Σπύρου Λέκκα
Αραχτός βράδυ Παρασκευής, αποφεύγω να ανοίξω τηλεόραση, θέλω να διατηρήσω την ηρεμία μου και βυθισμένος στις σκέψεις μου, βάζω ν’ακούσω λίγη μουσική και ν’ απολαύσω μία παγωμένη μπυρίτσα, αφού είμαι από τους “προνομιούχους” που έχουν ακόμα τη δυνατότητα να πιουν μία παγωμένη μπύρα σπίτι τους.
Οι ήχοι της blues μουσικής κατακλύζουν το σαλόνι κι ο BB King “ξεπλένει” το μυαλό μου και χαλαρώνει το σώμα μου. Τα “ρεμπέτικα” του Αμερικανικού Νότου είναι ό,τι καλύτερο γι’αυτή τη στιγμή.
Σχεδόν ποτέ δεν προσέχω τους στίχους στα τραγούδια που ακούω, μου αρέσει ν’ αφήνομαι να με παρασύρει το συναίσθημα της συνομιλίας των μουσικών οργάνων, το όλον feeling, που λέμε και στα Ελληνικά.
Κάποια στιγμή κι ενώ είμαι χαμένος στις σκέψεις μου, ακούγεται ένα ευχάριστο – ελαφρύ κομματάκι όπου ο “βασιλιάς” συνομιλεί με την αγαπημένη του. Από τη φωνή μου δημιουργείται η εικόνα πως η γυναίκα αυτή είναι σίγουρα μαύρη και φορτωμένη με αρκετά κιλά, χαριτωμένη και σκερτσόζα. Πέφτει, λοιπόν, το αυτί μου στους πρώτους στίχους που πάνε κάπως έτσι:
Οι ήχοι της blues μουσικής κατακλύζουν το σαλόνι κι ο BB King “ξεπλένει” το μυαλό μου και χαλαρώνει το σώμα μου. Τα “ρεμπέτικα” του Αμερικανικού Νότου είναι ό,τι καλύτερο γι’αυτή τη στιγμή.
Σχεδόν ποτέ δεν προσέχω τους στίχους στα τραγούδια που ακούω, μου αρέσει ν’ αφήνομαι να με παρασύρει το συναίσθημα της συνομιλίας των μουσικών οργάνων, το όλον feeling, που λέμε και στα Ελληνικά.
Κάποια στιγμή κι ενώ είμαι χαμένος στις σκέψεις μου, ακούγεται ένα ευχάριστο – ελαφρύ κομματάκι όπου ο “βασιλιάς” συνομιλεί με την αγαπημένη του. Από τη φωνή μου δημιουργείται η εικόνα πως η γυναίκα αυτή είναι σίγουρα μαύρη και φορτωμένη με αρκετά κιλά, χαριτωμένη και σκερτσόζα. Πέφτει, λοιπόν, το αυτί μου στους πρώτους στίχους που πάνε κάπως έτσι: