Αυτό που μισώ περισσότερο στη ζωή, είναι οι απειλές και οι εκβιασμοί εναντίον των ανθρώπων και των λαών, γενικά των αδύναμων. Η ιστορία βρίθει παραδειγμάτων, και ένα εκ των σχετικά πρόσφατων ήταν η υπόθεση του φιλοτουρκικού και ρατσιστικού σχεδίου Ανάν, που «κατασκεύασε» η κυβέρνηση του Τζόρτζ Μπους και του Ντικ Τσέϊνι, σε συνεργασία με τους Βρετανούς, τους γραφειοκράτες των Βρυξελλών και Ελληνες πολιτικούς.
Τις τελευταίες ώρες πριν από το Δημοψήφισμα της 24ης Απριλίου 2004, ηγέτες ξένων κρατών, κυβερνήσεων και αρχηγοί ελληνικών κομμάτων απαιτούσαν εκβιαστικά από τους Ελληνοκύπριους να αυτοκτονήσουν. Ανάμεσά τους, δυστυχώς, και ο Γιώργος Παπανδρέου, ο οποίος εκτέλεσε την επιθυμία της Ουάσιγκτον, αλλά και ο τότε αρχηγός του Συνασπισμού, ο οποίος -βασισμένος σε μία βλακώδη παλαιοκομουνιστική «λογική»- σκέφθηκε περισσότερο τους «αδικημένους» Τουρκοκύπριους, αντί για τους Ελληνοκύπριους, που μέχρι σήμερα είναι θύματα κατοχής.
Και οι δύο επέλεξαν να συνταχθούν με τον Μπους και τον Τσέϊνι εναντίον του Τάσσου Παπαδόπουλου και των υποστηρικτών του «ΟΧΙ».
Το αποτέλεσμα δεν ήταν το επιθυμητό για όλους αυτούς που εκβίαζαν τους Ελληνοκύπριους ότι «θα πέφτουν κεραμίδια στα κεφάλια τους». Και η Κύπρος δεν καταστράφηκε, όπως απειλούσαν οι εξωτερικοί παράγοντες τον τότε Πρόεδρο του νησιού.