Πρόκειται όντως για μια τάση της εποχής που άφησε ένα δικό της μοναδικό στίγμα όχι μόνο στυλιστικά ή μουσικά αλλά κυρίως πολιτικά και ιδεολογικά. Ή μάλλον πρόκειται για έναν ιδιαίτερο τρόπο ζωής που υιοθετήθηκε σταδιακά από μεγάλο αριθμό ατόμων και που χαρακτηριζόταν σε γενικές γραμμές από τις παραπάνω συνήθειες και αντιλήψεις.
Πόσο μακριά από μένα και τη γενιά της παραβατικότητας, της υπερβολής και της αποξένωσης μέσα στην οποία έτυχε να μεγαλώνω φαντάζουν όλα αυτά! Και πόσο τα ζηλεύω! Με αφορμή μάλιστα την πρόσφατη επέτειο των 40 χρόνων από το θρυλικό Woodstock, άρχισα να μαθαίνω όλο και πιο πολλά για τους hippies (ή jipitecas όπως τους έλεγαν στο Μεξικό) και τα «παιδιά των λουλουδιών» και όλο και πιο πολύ ήθελα να βρω έναν μαγικό τρόπο να γυρίσω τον χρόνο πίσω και να βρεθώ και εγώ κάπου χαμένη στα μέσα των 60’s.. Είναι πράγματι τόσα πολλά αυτά που ζηλεύω από εκείνη την εποχή. Αν θα διάλεγα, όμως, κάτι που με συνεπαίρνει πιο πολύ και που με κάνει να θέλω να είχα ζήσει τέσσερις δεκαετίες πριν, σίγουρα θα ήταν η ελευθερία στη ζωή και στο πνεύμα. Κι αυτό, κατά τη γνώμη μου είναι κάτι που λείπει από όσους σήμερα προσπαθούν να γίνουν οι hippies του μέλλοντος οργανώνοντας τη ζωή τους με τρόπο που να θυμίζει την τότε χαλαρότητα και αναμελιά. Αδύνατο προφανώς για τις μέρες μας.
Άλλωστε, αν όντως μπορούσε κανείς να γυρίσει το ρολόι του χρόνου πίσω, δεν θα ήταν δύσκολο να διαπιστώσει πως αν οι hippies είχαν κάποια ιδανικά, αυτά ήταν η ειρήνη, η απελευθέρωση και η ισότητα, αξίες που μαρτυρούν μια αλήθεια και απέχουν πολύ από την καχυποψία των ανθρώπων του 2009. Η καθημερινότητα τους ξεχώριζε για την αγνότητα και την απομάκρυνση από κάθε μαζική τάση καταναλωτισμού και καθωσπρεπισμού, χωρίς καμία έννοια για υποχρεώσεις κοινωνικού περιεχομένου αλλά με μια έντονη ευαισθητοποίηση για τον τότε πόλεμο στο Βιετνάμ, για το περιβάλλον και τα πυρηνικά όπλα και μια αντίθεση για τις αξίες της μεσαίας τάξης.
Τη δεκαετία του '60 και του '70 φιλοξενούσαν
τα μέλη του κινήματος των χίπις.
Ο νομαδικός τρόπος ζωής τους ίσως να έπαιζε μεγάλο ρόλο στη διαμόρφωση μιας τέτοιας ιδεολογίας, ήδη επηρεασμένης από τις βασικές αρχές της φιλοσοφίας, και ήταν αυτός που χαρακτήριζε την ελευθερία των χίπηδων στο να μαζεύουν εμπειρίες, απόψεις για διαφορετικές κουλτούρες και- γιατί όχι;- να αποκτούν όλο και περισσότερους υποστηρικτές. Μέρος της νομαδικής τους ζωής ήταν το Hippie Trail, ένα οδικό ταξίδι από την Ευρώπη μέχρι το Κατμαντού που συχνά είχε τελικό σταθμό το Freak Street, ένα μέρος- σύμβολο της ειρήνης. Η γειτονιά, όμως, των χίπηδων ήταν το Σαν Φρανσίσκο με επίκεντρο τη διασταύρωση των δρόμων Χάιτ και Άσμπερι όπου τα όρια μεταξύ πραγματικότητας και παραίσθησης είχαν χαθεί. Μιας παραίσθησης που οφειλόταν στη χρήση διαφόρων ουσιών- νόμιμων τότε μέχρι η LSD να κηρυχτεί παράνομη και να επέλθει σταδιακά το τέλος των χίπις για τη Χάιτ- οι οποίες τους επέτρεπαν να δημιουργήσουν μια ουτοπική για τα σημερινά δεδομένα εικόνα ενός κόσμου αλλιώτικου. Και μέσα στο δικό τους αυτό κόσμο κάτω από τη δράση των παραισθησιογόνων ουσιών δεν υπήρχαν σεξουαλικά ταμπού και το γυμνό δεν προκαλούσε περισσότερο από τα πολιτικά λάθη των ηγετών.
Η αγάπη, η ειρήνη και η ψυχική ηρεμία στην οποία είχαν μυηθεί μέσω της ανατολίτικης φιλοσοφίας αποτελούσαν τα κίνητρα τους για τη ζωή και αυτά εξέφραζαν μέσα από τη μουσική τους. Η μουσική των χίπηδων, βέβαια, ήταν σίγουρα ένα δυνατό στοιχείο με το οποίο κατάφεραν να διατηρήσουν ζωντανή την νοοτροπία μιας δεκαετίας που τώρα ανήκει στο παρελθόν αλλά μπορεί ακόμα να εμπνεύσει τη φιλοσοφία της μέσα από στίχους γεμάτους νόημα, αμφισβήτηση και ταξίδια από μυρωδιές που σε κάνουν να ονειροπολείς..
Ποιος μπορεί να ξεχάσει τραγουδιστές όπως η Joan Baez και η Janis Joplin αλλά και συγκροτήματα όπως οι Jefferson Airplane, οι Big Brotherκαι οι The Grateful Dead; Ήταν, άλλωστε, όλοι τους εκεί όταν διοργανώθηκε το Woodstock, με το οποίο είναι άρρηκτα δεμένο το κίνημα των χίπις και το οποίο ήρθε να ακολουθήσει το Summer of Love του ’67. Όσο μαζική κι αν ήταν η προσέλευση του κόσμου, όμως, σε μια τέτοια μουσική διοργάνωση, αρκεί μια εικόνα για να με πείσει ότι όποιος- νέος ή όχι- ανήκε στην ομάδα των χίπις δεν είχε να επιδείξει κανένα στοιχείο μαζικότητας αλλά αντίθετα φανέρωνε μια αθωότητα και απόλαυση για τη ζωή καθώς αφηνόταν στους μελωδικούς ρυθμούς της μουσικής.. Ένας στίχος από τους The Grateful Dead νομίζω πως μπορεί να συνοψίσει- αν μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο- το μήνυμα που οι χίπηδες ήθελαν να αφήσουν για την ανθρωπότητα. «I have spent my life seeking all that’s still unsung. Bent my ear to hear the tune and closed my eyes to see.» Έψαχναν να βρουν αυτό που κανείς μέχρι τότε δεν είχε τολμήσει και που κανείς δεν μπόρεσε να εκφράσει με ένα τραγούδι. Το βρήκαν στην απλότητα και στα λουλούδια. Και το κατάφεραν μόνο κλείνοντας απλά τα μάτια και αφήνοντας τον εαυτό τους να παρασυρθεί από ό, τι ήθελαν να κάνουν χωρίς τύψεις και χωρίς ντροπή και από ό, τι η σημερινή κοινωνία θα χαρακτήριζε παράνομο και ανήθικο. Τι άλλο θα μπορούσε να κάνει έναν νέο και μια νέα να ζηλέψουν την εποχή των hippies περισσότερο από αυτό;