Κι εσύ που νόμιζες πως η γιορτή
δεν διακόπτεται. Σκύβεις τώρα
για να περάσεις τα δέντρα.
Γέννησαν και
κόβουν ζωές εκεί που κατηφόριζαν
για την ανάσταση
της νεκρής πολιτείας.
Νύχια στους καθρέφτες
μιας εποχής που δεν κοίταζε
τον εαυτόν της αλλά υπηρετούσε
χωρίς να ρωτά
ποιος είναι ο σκοπός της.
Η γειτονιά μου ήταν αλλού
τα κλήματα κοκκίνιζαν
η νύχτα έπεφτε ανύποπτη
σαν κατηφόριζα από τον Ρωμανό
Μελωδό και είδα ανθρώπους που μίσησα
ντυμένους στα μπλε να κάνουν
μπλοκ στην κυκλοφορία του αίματος
έβραζε μέσα μου ένας ιδρώτας περίεργος
προ-έβλεπα τις βιτρίνες να γκρεμίζονται
φωτιές να καίνε θεσμούς
το κεφάλαιο να ορμηνεύει τους υπαλλήλους
- κτήνη θωρακισμένα ελεύθεροι σκοπευτές -
να κυνηγούν ανθρώπους απροστάτευτους
πριν βρει η σφαίρα το παιδί
πριν το παιδί φύγει για πάντα.
Και όμως. Αλλού η γιορτή
συνεχιζόταν πριν τον αγώνα της άλλης μέρας
την άλλη μέρα ξύπνησα νωρίς χωρίς
να έχω κοιμηθεί
μία γυναίκα μου είπε να φύγω
να έρθει άλλος που γνωρίζει καλύτερα
να φέρει τα μαντάτα
εγώ άφωνος,
μόνο ένα μίσος πιο μεγάλο από τις λέξεις
μια ανημπόρια να πω ή να ακούσω.
Έτσι είναι, σύντροφε. Κάθε ευκαιρία
σκοτώνει και έναν από μας
κάθε εις από μας είναι όλοι οι άλλοι εμείς
“θα βγω στους δρόμους και
τίποτα δεν θα μείνει όρθιο”
θα βγω στους δρόμους ξανά
και δεν θα σου κρατώ το χέρι
τα χέρια μου θέλω ελεύθερα
τίποτα δεν θα μείνει όρθιο!
Θα κρυφτούν! Το αίμα θα γυρίσει!Ιούλιος 2013.
Μανόλης Πολέντας
ΠΗΓΗ