Σύμφωνα με το Rolling Stone, ο Lou Reed είχε υποβληθεί σε μεταμόσχευση ήπατος τον Μάιο ενώ ακόμα άγνωστα παραμένουν τα αίτια του θανάτου του.
Ο ατζέντης του φέρεται ότι επιβεβαίωσε το θάνατό του σε μια δήλωση που επικαλέστηκε η βρετανική εφημερίδα Guardian. "Ήταν όσο μεγάλος καλλιτέχνης μπορεί να είναι κανείς, κατά την γνώμη μου", είπε ο ατζέντης του, στους Times της Νέας Υόρκης.
Μάλιστα, είχε ακυρώσει μια σειρά συναυλιών που επρόκειτο να δώσει τον Απρίλιο, ιδίως τη συμμετοχή του σε ένα φεστιβάλ στην Καλιφόρνια. Είχε παραδεχτεί στο παρελθόν ότι είχε προβλήματα λόγω κατάχρησης αλκοόλ και της χρήσης ναρκωτικών. "Προσπάθησα να σταματήσω τα ναρκωτικά και το ποτό', είχε γράψει το 1992, "αλλά δεν το κατάφερα".
Ήδη εκατοντάδες χιλιάδες χρήστες του Διαδικτύου τιμούν την μνήμη του εκλιπόντος, ενώ στο λογαριασμό του καλλιτέχνη στο Twitter και στη σελίδα του στο Facebook αναρτήθηκε ένα μήνυμα που γράφει απλά "The Door"—υπονοώντας ότι ο δημοφιλής συνθέτης, κιθαρίστας και τραγουδιστής δεν βρίσκεται πια στη ζωή.
Ως μέλος των The Velvet Underground τη δεκαετία του 1960, ο Reed άνοιξε νέους δρόμους στο χώρο της ροκ προς διάφορες κατευθύνσεις.
Γεννήθηκε στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης και μεγάλωσε στο Freeport του Long Island. Όντας ακόμη νεαρός, έκανε πραγματικότητα το όνειρό του, μαθαίνοντας να παίζει κιθάρα, ενώ άρχισε να συμμετέχει σε σχολικές ροκ μπάντες. Σύντομα έκανε και την πρώτη του ηχογράφηση σε στιλ ριδμ εντ μπλουζ με το συγκρότημα The Shades.
Φοίτησε στο Πανεπιστήμιο των Συρακουσών (Syracuse University) όπου ο ποιητής και καθηγητής του Delmore Schwartz τον ενθάρρυνε στην πορεία του και τον βοήθησε όσον αφορά τη χρήση της αγγλικής γλώσσας. Αργότερα ο Reed απότισε φόρο τιμής σε αυτόν τον μέντορά του με το τραγούδι "My House", με αναφορές στον Οδυσσέα του James Joyce. Εκεί, επίσης, αναπτύχθηκε το ενδιαφέρον του για την φρι τζαζ (free jazz) και την πειραματική μουσική (experimental). Έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την ποίηση της γενιάς μπιτ και για την πρόζα του Μπάροουζ.
Μετά την αποφοίτησή του το 1964, έπιασε δουλειά ως συνθέτης στη δισκογραφική εταιρία Pickwick Records. Την επόμενη χρονιά δημιούργησε μαζί με τον Ουαλό αβανγκάρντ βιολιστή συνάδελφό του, John Cale, το συγκρότημα The Primitives, το οποίο μετεξελίχθηκε τελικά στους The Velvet Underground. Ενώ η σύνθεση του συγκροτήματος δεν υπήρξε σταθερή (ο Cale το εγκατέλειψε το 1968, ο Reed το 1970) και δεν ήταν εμπορικά βιώσιμο, αποτέλεσε ένα από τα underground συγκροτήματα με την μεγαλύτερη επιρροή στην ιστορία της ροκ.
Αποτελούνταν από τον Lou Reed, τον John Cale, τον Sterling Morrison και την Maureen Taker. Εκείνη την περίοδο γράφτηκαν τα τραγούδια "Heroin" και "I'm Waiting for my Man", τραγούδια που μοιάζουν να σκιαγραφούν τα έργα του Μπάροουζ.
Η συνάντησή τους με τον Andy Warhol ήταν καθοριστική καθώς απογείωσε τη φήμη τους. Ο Πάπας της Ποπ υπήρξε ο μάνατζέρ τους, ο οποίος διοργάνωσε τις περιοδείες του γκρουπ σε όλη την Αμερική και τον Καναδά, αποσπώντας εντυπωσιακές κριτικές.
Στα τέσσερα χρόνια που ακολούθησαν, οι Velvet Underground κυκλοφόρησαν ισάριθμους δίσκους. Έως τότε, τα αγαπημένα θέματα του Reed ήταν η κακόφημη γειτονιά του, τα ναρκωτικά και ο θάνατος. Το 1970 εμφανίστηκε το γνωστό τραγούδι "Sweet Jane" στο δίσκο Loaded των Velvet Underground, το οποίο γνώρισε διάφορες επανεκτελέσεις. Η εκτέλεσή του από τους Cowboy Junkies έγινε μέρος του σάουντρακ της ταινίας "Natural Born Killers" (Γεννημένοι Δολοφόνοι) του Oliver Stone.
Το 1970 ο Reed αποχώρησε από το συγκρότημα και ακολούθησε σόλο καριέρα, ενώ ταυτόχρονα μετακόμισε στο Λονδίνο. Εκεί γνωρίστηκε με τον David Bowie, ο οποίος μαζί με τον Μick Ronson ανέλαβε την παραγωγή στο πρώτο προσωπικό του άλμπουμ, με τίτλο Transformer το 1972. Αυτός ο γκλαμ ροκ (glam rock) δίσκος περιλαμβάνει το γνωστότερο ίσως τραγούδι του Ριντ, το "Walk on the Wild Side"[3], το οποίο περιγράφει τους κοινωνικά απροσάρμοστους (misfits), τους εκπορνευόμενους άντρες (male hustlers) και τους τραβεστί στο Factory του Αντι Γιούρχολ. Αυτός ο δίσκος περιλαμβάνει επίσης τα τραγούδια "Perfect Day", "Vicious" και "Satellite of Love".
Το τραγούδι "Perfect Day" εμφανίστηκε σε μια εκτέλεση με έγχορδα του Mick Ronson η οποία εγκωμιάστηκε από τον Reed στο επεισόδιο Transformer της σειράς του BBC "Classic Albums" (Κλασικά Άλμπουμ). Το τραγούδι αυτό περιλήφθηκε αργότερα στο σάουντρακ της ταινίας Trainspotting και ακούγεται στην σκηνή της ταινίας όπου ο πρωταγωνιστής Mark Renton έχει κάνει υπερβολική χρήση ηρωίνης. Το τραγούδι αυτό έχει επίσης μεταγραφεί στα ελληνικά και έχει γίνει η μουσική του εκτέλεση από τον Διονύση Σαββόπουλο, στο δίσκο του Το Ξενοδοχείο το 1997.
Στα χρόνια που ακολούθησαν, ο Lou Reed διατήρησε το καταθλιπτικό στιλ του, γεγονός που απογοήτευσε μέρος του κοινού του. Το αποκορύφωμα τη αποτυχίας του θεωρείται το άλμπουμ Metal Machine Music. Στα μέσα της δεκαετίας του '80 αποφάσισε να κάνει μία στροφή, αρχίζοντας να γράφει πιο ρυθμικά και αισιόδοξα τραγούδια. Το άλμπουμ The Bells συγκρίθηκε από τους κριτικούς με τα κλασικά Astral Weeks του Van Morrison και Exile on Main Street των Rolling Stones, καθώς συνεργάστηκε σε αυτό και ο τζαζίστας Ντον Τσέρι. Το 1993 ξαναβρέθηκε για τελευταία φορά με τα υπόλοιπα μέλη των Velvet Underground για μία ευρωπαϊκή περιοδεία.
Το 1980 παντρεύτηκε τη Silvia Morales με την οποία χώρισε μια δεκαετία αργότερα. Ο Reed έδειξε ενδιαφέρον για τα πολιτικά ζητήματα το 1986 όταν συμμετείχε στην περιοδεία της Διεθνούς Αμνηστίας A Conspiracy of Hope Tour. Στο άλμπουμ του New York το 1989, αποδοκίμασε το έγκλημα, τα υψηλά ενοίκια, τον πολιτευόμενο ιεροκήρυκα Τζέσε Τζάκσον, τον Γενικό Γραμματέα του Ο.Η.Ε. Κουρτ Βάλντχαϊμ ακόμη και τον Πάπα Ιωάννη Παύλο Β'. Επίσης, συνδεόταν φιλικά με τον Τσέχο αντιφρονούντα συγγραφέα και πολιτικό Βάτσλαβ Χάβελ.
Μετά το θάνατο του Andy Warhol στη διάρκεια μιας εγχείρισης το 1987, ο Ριντ συνεργάστηκε με τον Τζον Κέιλ το 1990 στο μινιμαλιστικό άλμπουμ Songs for Drella (Τραγούδια για την Ντρέλα, "Drella" από τον συνδυασμό των λέξεων "Dracula" και "Cinderella").
Η δεκαετία του 1990 χαρακτηρίστηκε από τρία άλμπουμ —με θεωρoύμενο ως καλύτερο το Magic and Loss—, κάποιες ζωντανές εμφανίσεις, την ερωτική του φιλία με την Laurie Anderson, την ενασχόλησή του με τη φωτογραφία και μια επίμονη μελέτη των έργων του Άλαν Πόε. Το 1996 το συγκρότημα Velvet Underground καταχωρήθηκε στο Rock and Roll Hall of Fame.
Η δεκαετία του 2000 ξεκίνησε για τον Ριντ με το επιτυχημένο άλμπουμ Ecstasy και τρία χρόνια αργότερα επανήλθε στο προσκήνιο με το The Raven, στο οποίο συμμετείχαν θρύλοι όπως ο Ornette coleman, οι Blind Boys of Alabama, οι ηθοποιοί Steve Buscemi, Daniel Dafoe, Laurie Anderson και ο ταχύτατα ανερχόμενος Antony.
Την ίδια χρονιά κυκλοφόρησε μια ανθολογία από το σύνολο το έργου του με τον τίτλο Lou Reed: New York Man, ενώ το 2004 κυκλοφόρησε το διπλό live άλμπουμ με τίτλο Animal Serenade δίνοντας έτσι ένα ισχυρό «παρών!» στην ροκ εντ ρολ σκηνή.
(Με πληροφορίες από Rolling Stone, Wikipedia)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου