Μας συγκλόνισε με το "Εκατό χρόνια μοναξιάς", μας συγκίνησε με το "Ο συνταγματάρχης δεν έχει κανέναν να του γράψει", μας συνεπήρε με το "Ο έρωτας στα χρόνια τής χολέρας", μας προβλημάτισε με το "Χρονικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου". Κι όταν έγραψε το αυτοβιογραφικό "Ζω για να την διηγούμαι", πιστέψαμε ότι ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες είχε κλείσει τον κύκλο του ως συγγραφέας και δεν είχε κάτι άλλο να μας πει. Όμως, καθώς ο μεγάλος κολομβιανός λογοτέχνης πλησίαζε τα 80 του χρόνια, επέστρεψε για να μας χαρίσει μια απροσδόκητη νουβέλλα, ένα μικρό αριστούργημα με τίτλο "Οι θλιμμένες πουτάνες της ζωής μου".
Το θέμα τής μοναξιάς είναι διάχυτο σχεδόν σε όλα τα έργα τού Μάρκες, ενώ σε κάποια απ' αυτά ο συγγραφέας ανατέμνει την μοναξιά με σχεδόν ευλαβική εμμονή. Αυτή η ανατομία άρχισε στο "Εκατό χρόνια μοναξιάς", συνεχίστηκε με έναν στρατηγό, έναν συνταγματάρχη κι έναν πατριάρχη ("Το φθινόπωρο τού Πατριάρχη") και ολοκληρώνεται ιδανικά στο "Οι θλιμμένες πουτάνες της ζωής μου", όπου ο "Γκάμπο" καταπιάνεται και με τον αγοραίο έρωτα για να εξετάσει την σχέση τής μοναξιάς με το σεξ. Αλλά ας πούμε δυο λόγια για το θέμα τού βιβλίου.
Ένας γέρος, άσχημος, συντηρητικός και ακόμη μάχιμος δημοσιογράφος, ο οποίος δεν παντρεύτηκε ποτέ και πάντοτε έκανε σεξ επί πληρωμή, αποφασίζει να κάνει στον εαυτό του ένα δώρο κατά την ενενηκοστή επέτειο των γενεθλίων του: να κάνει σεξ με μια παρθένα. Πιστεύει ότι μ' αυτόν τον τρόπο θα αποδείξει πως είναι ακόμη ζωντανός, ενώ παράλληλα θα πραγματώσει κάτι που ποτέ δεν είχε βιώσει μέσα στα ενενήντα χρόνια τής ζωής του. Έτσι, απευθύνεται στην Ρόζα Καμπάρκας, μια γνωστή του η οποία δευθύνει τον οίκο ανοχής όπου συχνάζει, ζητώντας της να του βρει μια παρθένα. Η Ρόζα ικανοποιεί την επιθυμία τού πελάτη της αλλά εκείνος, αντί να κάνει σεξ με το κορίτσι, το ερωτεύεται...
Το θέμα τής μοναξιάς είναι διάχυτο σχεδόν σε όλα τα έργα τού Μάρκες, ενώ σε κάποια απ' αυτά ο συγγραφέας ανατέμνει την μοναξιά με σχεδόν ευλαβική εμμονή. Αυτή η ανατομία άρχισε στο "Εκατό χρόνια μοναξιάς", συνεχίστηκε με έναν στρατηγό, έναν συνταγματάρχη κι έναν πατριάρχη ("Το φθινόπωρο τού Πατριάρχη") και ολοκληρώνεται ιδανικά στο "Οι θλιμμένες πουτάνες της ζωής μου", όπου ο "Γκάμπο" καταπιάνεται και με τον αγοραίο έρωτα για να εξετάσει την σχέση τής μοναξιάς με το σεξ. Αλλά ας πούμε δυο λόγια για το θέμα τού βιβλίου.
Ένας γέρος, άσχημος, συντηρητικός και ακόμη μάχιμος δημοσιογράφος, ο οποίος δεν παντρεύτηκε ποτέ και πάντοτε έκανε σεξ επί πληρωμή, αποφασίζει να κάνει στον εαυτό του ένα δώρο κατά την ενενηκοστή επέτειο των γενεθλίων του: να κάνει σεξ με μια παρθένα. Πιστεύει ότι μ' αυτόν τον τρόπο θα αποδείξει πως είναι ακόμη ζωντανός, ενώ παράλληλα θα πραγματώσει κάτι που ποτέ δεν είχε βιώσει μέσα στα ενενήντα χρόνια τής ζωής του. Έτσι, απευθύνεται στην Ρόζα Καμπάρκας, μια γνωστή του η οποία δευθύνει τον οίκο ανοχής όπου συχνάζει, ζητώντας της να του βρει μια παρθένα. Η Ρόζα ικανοποιεί την επιθυμία τού πελάτη της αλλά εκείνος, αντί να κάνει σεξ με το κορίτσι, το ερωτεύεται...