Αναδημοσίευση από το ΜΟΛΙΣ ΞΥΠΝΗΣΑ
Μόλις γύρισα από το κέντρο. Μετά από τρεις βδομάδες κατάφερα να βγω για ένα ποτό στο κέντρο της πόλης με το κορίτσι μου. Βρήκαμε φίλους και γνωστούς και για πρώτη φορά δεν συζητήσαμε για την κρίση, για την ανεργία μας, για τα προβλήματα που μας κατατρέχουν. Η ώρα ήταν δυόμισι και αποφασίζουμε να πληρώσουμε αυτά που τόσες βδομάδες είχαμε στερηθεί για να νιώσουμε κι εμείς κανονικοί άνθρωποι. Ξαφνικά, κι ενώ ακόμα ήμασταν μέσα στο μαγαζί, τα μάτια μας αρχίζουν να τσούζουν. “Το νιώθεις κι εσύ;”. “Ναι, τι έγινε ρε γαμώτο, ρίξανε δακρυγόνα σαββατιάτικα;”. Βγαίνω έξω να δω τι συμβαίνει. Στα 50 μέτρα μια μολότωφ σιγοκαίγεται και δυο λέπτα μετά μια διμοιρία αρχίζει να τρέχει στη Θεμιστοκλέους. Το μαγαζί ήταν γεμάτο. Σε πέντε λεπτά όλοι ζητούν τον λογαριασμό και προσπαθούν να πληρώσουν. Οι μισοί κλαίνε και μας δίνουν βρεγμένες χαρτοπετσέτες για να αντιμετωπίσουμε τα χημικά.